Παρέμβαση του ευρωβουλευτή ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – Προοδευτική Συμμαχία / The Left και μέλους της Επιτροπής Απασχόλησης & Κοινωνικών Υποθέσεων (EMPL) του Ε/Κ
Δημοσιεύθηκε
Η Κυβέρνηση υιοθετεί μνημονιακές πρακτικές, χωρίς Μνημόνιο και πιστεύει στην πρόταση Πισσαρίδη και όχι στην Οδηγία για επαρκείς κατώτατους μισθούς, επεσήμανε ο Κώστας Αρβανίτης μιλώντας στη Βουλή των Ελλήνων.
Η παρέμβαση του Ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, ο οποίος είναι μέλος της Επιτροπής EMPL (Απασχόλησης & Κοινωνικών Υποθέσεων) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έγινε σε ειδική κοινή συνεδρίαση των Επιτροπών Ευρωπαϊκών Υποθέσεων & Κοινωνικών Υποθέσεων του Ελληνικού Κοινοβουλίου με αντικείμενο την εξέταση της Πρότασης Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην ΕΕ.
Ο Κώστας Αρβανίτης ανέδειξε την κυβερνητική υποκρισία να αναβάλλει διαρκώς την αύξηση του κατώτατου μισθού στην Ελλάδα προφασιζόμενη την πανδημία και επεσήμανε πως ουσιαστικός στόχος της οδηγίας δεν είναι η συμπίεση των αμοιβών σε χώρες που έχουν υψηλό επίπεδο, αλλά η σύγκλιση των αμοιβών προς τα πάνω.
«Για εμάς, ο κατώτατος μισθός εκτός από επαρκής πρέπει να είναι και «δίκαιος» και κατά τη διαμόρφωσή του πρέπει να συνυπολογίζονται τόσο η φορολόγηση όσο και το κόστος ζωής», υποστήριξε αναδεικνύοντας την ανάγκη η συζήτηση να διευρυνθεί, όπως έχει ήδη υποστηρίξει σε παρεμβάσεις του και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ενώ υπογράμμισε το ρόλο των συλλογικών συμβάσεων και τη σημασία της αυτονομίας των κοινωνικών εταίρων.
Αναλυτικά η παρέμβαση του Κώστα Αρβανίτη:
Αξιότιμε κ. Πρόεδρε,
Μας μπέρδεψε ο Υπουργός σήμερα. Ήταν λίγο αντιφατικός, δεν ήξερα αν τελικά συμφωνεί με την ουσία, τον πυρήνα του σχεδίου της Οδηγίας ή όχι. Αν θα έχει μπροστά του το σχέδιο Πισσαρίδη, και πώς θα διεκδικήσει αυτό που θα διεκδικήσουμε εμείς στο Ευρωκοινοβούλιο, να μην υπάρχει δηλαδή εξαίρεση για τους ναυτικούς.
Τέλος πάντων, καλούμαστε σήμερα να συζητήσουμε για την πρόταση Οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στη σκιά της τέταρτης πια αναβολής της έναρξης των διεργασιών για αύξηση του κατώτατου στη χώρα μας.
Μια αύξηση που έχει αργήσει ήδη ενάμιση χρόνο, καθώς η προηγούμενη κυβέρνηση είχε δρομολογήσει το 2ο στάδιο αναπροσαρμογής του κατώτατου με ισχύ από 1/1/20. Τότε μάλιστα δεν είχαμε πανδημία.
Θυμίζω ακόμη ότι τον υποκατώτατο τον κατήργησε η προηγουμένη κυβέρνηση, και τον είχε επιβάλει η προπροηγούμενη.
Τη στιγμή λοιπόν που η ελληνική κυβέρνηση προχωρά σε αλλεπάλληλες αναβολές, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη από τον Οκτώβριο καταθέσει προς διαβούλευση την πρόταση Οδηγίας – στην οποία συμμετέχουμε καθώς είμαι στην Επιτροπή EMPL – ανοίγοντας τον δρόμο για τον καθορισμό των κριτηρίων που πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν κατά τη διαμόρφωση του κατώτατου μισθού σε κάθε κράτος μέλος.
Η Οδηγία αναγνωρίζει την ανάγκη διαμόρφωσης κανόνων ώστε να διασφαλίζεται ότι οι εργαζόμενοι στην Ένωση αμείβονται με επαρκείς μισθούς. Εμείς δώσαμε μάχη να είναι και δίκαιοι.
Εδώ υπάρχει ένα ζήτημα σοβαρά αντιφατικό για την ΕΕ: Πώς το ενιαίο νόμισμα από τη μία έχει μια συγκεκριμένη αξία για το κεφάλαιο και για την εργατική δύναμη αυτή η αξία είναι διαφορετική.
Συγκεκριμένα, στην Οδηγία πρέπει να συμπεριληφθεί η γνωμοδότησή μας για την αντιμετώπιση της ψηφιακής εργασίας κάθε είδους ως μισθωτής εργασίας.
Ακόμη, για εμάς, ο κατώτατος μισθός εκτός από επαρκής πρέπει όπως είπα να είναι και «δίκαιος» και κατά τη διαμόρφωσή του πρέπει να συνυπολογίζονται τόσο η φορολόγηση όσο και το κόστος ζωής. Βασικό κριτήριο εδώ είναι βεβαίως οι συλλογικές συμβάσεις. Γι’ αυτό υπάρχουν φόβοι από τις σκανδιναβικές χώρες• γιατί εκεί έχουν πολύ δυνατούς μισθούς, με πολύ δυνατές συλλογικές συμβάσεις, κάτι που δεν υπάρχει στην Ελλάδα. Βεβαίως, εντελώς διαφορετική είναι η άποψη που υπάρχει στις ανατολικές χώρες, άποψη που τέμνει, νομίζω, με την κυρίαρχη άποψη της ελληνικής κυβέρνησης.
Στην επιφυλακτικότητα αυτών των σκανδιναβικών χωρών – που αντιμετωπίσαμε και στην δική μας πολιτική ομάδα – που φοβούνται πως μια τέτοια Ευρωπαϊκή Οδηγία εντείνει τον κίνδυνο μείωσης των μισθών τους, η απάντησή μας, η απάντηση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. είναι: Σύγκλιση. Είναι απαραίτητο να τονιστεί και να αναδειχθεί ότι αυτό που επιδιώκεται είναι όχι η διαμόρφωση μέσου μισθού που θα επηρεάζει αρνητικά τα υψηλά επίπεδα αλλά η σύγκλιση των κατώτατων μισθών προς τα πάνω, που θα ενισχύσει την αγοραστική δύναμη και θα οδηγήσει σε περαιτέρω ανάπτυξη της αγοράς. Εδώ θέλω να σημειώσω μια φράση διαπραγματευτική: 60% συν του ενδιάμεσου μισθού. Είναι κρίσιμο αυτό.
Άλλωστε, η ίδια η Οδηγία κάνει λόγο για αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και διαβίωσης και διαμόρφωση επαρκών κατώτατων μισθών στα Κράτη Μέλη, αναγνωρίζοντας τη σύγκλιση αλλά και την ενίσχυση της αυτονομίας των κοινωνικών εταίρων.
Καθεστώς που στη χώρα μας έχει καταργηθεί από το 2012. Διότι δεν μπορούμε φυσικά να ξεχάσουμε πως τότε καταργήθηκαν:
• Οι συλλογικές συμβάσεις
• Η αρχή ευνοϊκότερης ρύθμισης
• Η αρχή της επεκτασιμότητας καθώς και
• Το δικαίωμα της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία από πλευράς των φορέων εργαζομένων
Νομίζω πως αυτή την πολιτική την συνεχίζετε, κύριοι της κυβέρνησης, και σήμερα, και πραγματικά θέλω να ρωτήσω αν το δικό μας «χαρτί» σε αυτόν τον διάλογο θα είναι η έκθεση Πισσαρίδη.
Η κυβέρνηση υιοθετεί μνημονιακές πρακτικές χωρίς να υπάρχει μνημόνιο. Προς το παρόν.