Δημοσιεύθηκε
Σημαντικά κίνητρα για σχεδόν 120.000 συνταξιούχους που εξακολουθούν να εργάζονται είτε πληρώνοντας το «πέναλτι» του 30%, είτε απασχολούμενοι λάθρα θα θεσπίσει προσεχώς η κυβέρνηση. Τα αποκαλυπτήρια των κυβερνητικών προθέσεων θα γίνουν εντός της εβδομάδος κατά την ανάγνωση των προγραμματικών θέσεων.
Ήδη ο υπουργός Εργασίας, Άδωνις Γεωργιάδης έχει δηλώσει πως σχεδιάζεται η εισαγωγή δικαιότερου συστήματος στο «πέναλτι» 30% των εργαζόμενων συνταξιούχων, καθώς δεν πρέπει να τιμωρείται ένας συνταξιούχος που για κάποιον λόγο χρειάζεται να συνεχίσει να εργάζεται.
Και αυτοί οι συνταξιούχοι είναι χιλιάδες. Περίπου 25.000 απασχολούνται νόμιμα και υφίστανται την περικοπή 30% στη σύνταξή τους και περίπου 95.000 εργάζονται με «μαύρα», ώστε να αποφύγουν το «κούρεμα» της σύνταξης τους. Και σε μεγάλο βαθμό η επιλογή της μαύρης εργασίας είναι ανάγκη. Αξίζει να σημειωθεί πως σύνταξη γήρατος μικρότερη των 600 ευρώ λαμβάνουν σήμερα 493.640 συνταξιούχοι σε σύνολο 1.889.403, ενώ σύνταξη μικρότερη των 1.000 ευρώ λαμβάνουν 993.246 συνταξιούχοι.
Ο εξορθολογισμός του συστήματος αφενός θα επιφέρει δικαιοσύνη και αφετέρου θα αποτελέσει κίνητρο για τον περιορισμό της μαύρης εργασίας.
Με τον νόμο Βρούτση μειώθηκε η ποινή από 60% σε 30% οριζόντια για όλους τους εργαζόμενους συνταξιούχους, ανεξάρτητα από τις ημέρες απασχόλησης. Δηλαδή ακόμα και να εργαστεί μία ημέρα τον μήνα ο συνταξιούχος θα πληρώσει «πέναλτι» με το ένα τρίτο της σύνταξης. Αυτό πλέον αλλάζει. Η κυβερνητική πρόταση συνίσταται σε ένα αναλογικότερο σύστημα με βάση τις ημέρες απασχόλησης.
Για παράδειγμα, συνταξιούχος με 1.000 ευρώ κύρια σύνταξη και 200 επικουρική χάνει το 30% του συνόλου των αποδοχών του, δηλαδή 360 ευρώ, ακόμα και αν δουλεύει τις μισές ημέρες του μήνα. Εάν αυτό το ποσοστό πέσει στο 15%, εφόσον δουλεύει 15 ημέρες το μήνα, θα έχει απώλεια 180 ευρώ, δηλαδή τα μισά.
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (Ν. 4670/2020), οι καταβληθείσες εισφορές χρησιμοποιούνται για την προσαύξηση του ανταποδοτικού μέρους της κύριας σύνταξης και της επικουρικής σύνταξης των εργαζόμενων συνταξιούχων. Δηλαδή, ο χρόνος ασφάλισης που πραγματοποιείται από τους απασχολούμενους συνταξιούχους μπορεί να αξιοποιηθεί για καταβολή επιπλέον ποσού στην κύρια και την επικουρική σύνταξη, τόσο στις περιπτώσεις όπου γίνεται περικοπή όσο και στις περιπτώσεις όπου γίνεται αναστολή της σύνταξης.
Ο απασχολούμενος συνταξιούχος, μετά τη διακοπή της αναληφθείσας εργασίας ή αυτοαπασχόλησης, μπορεί, κατόπιν αιτήσεώς του, να λαμβάνει επιπλέον ποσό στην κύρια και την επικουρική του σύνταξη ως εξής:
Για την κύρια σύνταξη χορηγείται ποσό το οποίο προκύπτει με βάση τα ισχύοντα ποσοστά αναπλήρωσης και τις συντάξιμες αποδοχές, φυσικά μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης ως συνταξιούχου.
Για την επικουρική σύνταξη χορηγείται ποσό που προκύπτει με βάση τα ισχύοντα για τον υπολογισμό της επικουρικής σύνταξης και μόνο για το χρονικό διάστημα της απασχόλησης μετά τη συνταξιοδότηση.