Η νηστεία μας δόθηκε ως εντολή από τον ίδιο το Θεό: Όταν ο Θεός είπε στον Αδάμ “ου φάγεσθε απ΄αυτού” (Γεν. 2,17) έβαλε στους πρωτοπλάστους νόμο νηστείας και εγκράτειας, γράφει χαρακτηριστικά ο Μέγας Βασίλειος.
Ο ίδιος ο Κύριός μας εξήρε την αξία της νηστείας και της προσευχής, ως δύο πνευματικά όπλα που μπορούν να νικήσουν το διάβολο: “τούτο δε τό γένος ουκ εκπορεύεται ει μή εν προσευχή και νηστεία” (ΜτΘ. 17,21).
Έτσι η Αγία μας Εκκλησία θέσπισε καθ΄όλη τη διάρκεια του εκκλησιαστικού έτους τη νηστεία ως μέσω άσκησης και περισυλλογής των πιστών.
Μια τέτοια μέρα είναι και η παραμονή των Θεοφανείων. Αυτή τη μέρα δε τρώμε ούτε λάδι, εκτός αν πέφτει Σαββατοκύριακο.
Ωστόσο, υπάρχει συχνά μια μικρή παρανόηση σχετικά με το λόγο νηστείας. Αυτή την ημέρα, δε νηστεύουμε για να πιούμε τον Μεγάλο Αγιασμό, (άλλωστε και τη παραμονή τελείται η ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού) αλλά νηστεύουμε για την εορτή των Θεοφανείων και αυτό συμβαίνει για τον εξής λόγο.
Κατά την αρχαία Εκκλησία οι εορτές των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων ήταν μια, αυτή των Επιφανείων και πριν από αυτήν προηγούνταν νηστεία.
Οι Άγιοι Πατέρες χώρισαν τις δύο αυτές γιορτές και όρισαν τα Χριστούγεννα να εορτάζονται στις 25 Δεκεμβρίου και τα Θεοφάνεια στις 6 Ιανουαρίου.
Έτσι μετά το χωρισμό τους, η νηστεία που προηγείται τελειώνει τα Χριστούγεννα.
Γι΄αυτό το λόγο, η Εκκλησία όρισε να νηστεύουμε μόνο τη παραμονή των Θεοφανείων (ως κατάλοιπο της νηστείας των Χριστουγέννων) και όχι περισσότερες ημέρες, καθότι βρισκόμαστε στην εορταστική περίοδο του αγίου Δωδεκαημέρου.
Γράφει ο Γεώργιος Δαγκλής για την ROMFEA.GR
Φοιτητής τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ.