ΕΝΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΣ ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΗΣ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ
Ο λόγος για έναν ως επί το πλείστον άγνωστο αγγειοπλάστη της Σκοπέλου, τον Παντελή Χρυσοφό (1896-1981).
Ελάχιστα γνωρίζουμε σήμερα για το έργο του συγκεκριμένου μάστορα, που σε αντίθεση με άλλους συγχρονούς του, παρέμεινε εν πολλοίς στην αφάνεια.
Τα κεραμικά του Παντελή Χρυσοφού δεν αποτέλεσαν έμπνευση για τους αστικούς κύκλους της εποχής του μεσοπολέμου όπως συνέβη με αρκετούς άλλους αγγειοπλάστες της περιόδου, που πιθανόν το έργο τους εξυπηρετούσε περισσότερο τις ιδεολογικές και αισθητικές αναζητήσεις τους.
Τα αγγεία του παρέμειναν ως το τέλος χρηστικά, χωρίς ιδιαίτερες φιοριτούρες ή επιρροές από την αρχαιότητα ή άλλα ευρωπαϊκά καλλιτεχνικά ρεύματα και έτσι δεν προσέλκυσαν το ενδιαφέρον των ερευνητών ή μελετητών της λαϊκής παράδοσης.
Αντικείμενο του Παντελή Χρυσοφού (μια τριφυλόσχημη κανάτα) εμφανίζεται για πρώτη φορά στη βιβλιογραφία στη συλλογική έκδοση της Εθνικής Τράπεζας για τη Νεοελληνική Χειροτεχνία το 1969 σε κείμενο που γράφει ο Βασ. Κυριαζόπουλος χωρίς όμως να γίνεται αναφορά στο ονομά του (σελ 110, εικ. 87). Το 1984 στο βιβλίο του Κυριαζόπουλου για τα Ελληνικά Παραδοσιακά Κεραμικά, στην αναφορά που γίνεται για τη Σκόπελο, εκτός από τις περιπτώσεις του Νικολάου και Βασίλη Ρόδιου, αναφέρεται (έστω και με λάθος όνομα: Χρυσοχού αντί Χρυσοφού) και αυτή του Θεμιστοκλή Χρυσοφού στην οποία ο Κυριαζόπουλος γράφει μεταξύ άλλων «οι κανάτες του έχουν τα λεπτότερα τοιχώματα που γνωρίζω σε χειροποίητα ελληνικά αγγεία τερακότας» (Κυριαζόπουλος 1984: 34, 107 – εικ. 64). Με δεδομένο ότι όταν ο Κυριαζόπουλος συγκεντρώνει τα κεραμικά της συλλογής του, (μετά το 1950), ο Θεμιστοκλής Χρυσοφός έχει πεθάνει εδώ και καιρό και το εργαστήριο το δουλεύει ο γιος του, ο Παντελής, νομίζω ότι η κανάτα της συλλογής Κυριαζόπουλου είναι του Παντελή και όχι του Θεμιστοκλή Χρυσοφού. Αυτό φυσικά δεν αποκλείει ότι ο Παντελής συνέχισε ή υιοθέτησε την τεχνική του πατέρα του (Θεμιστοκλή).
Το λάθος επίθετο «Χρυσοχός» (όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Κυριαζόπουλου) θα υιοθετήσει και η Κορρέ στη δική της αναφορά στη κεραμική της Σκοπέλου στο βιβλίο της Τα Κεραμεικά του Ελληνικού Χώρου (Κορρέ 1995: 208).
Ποιος ήταν όμως ο Παντελής Χρυσοφός, που τουλάχιστον οι κανάτες του, πιστεύω ότι αποτελούν ένα από τα αξιολογότερα δείγματα της νεότερης παραδοσιακής κεραμικής;
Ο Παντελής Χρυσοφός (του Θεμιστοκλή) γεννήθηκε στη Σκόπελο το 1896 και η οικογενειά του είχε καταγωγή από τη Σίφνο. Στο Βουλευτικό κατάλογο της Σίφνου του 1864 καταγράφονται έξι αγγειοπλάστες με το ίδιο επίθετο. Η οικογένεια Χρυσοφού πιστεύεται ότι εγκαταστάθηκε στη Σκόπελο κοντά στο 1880.
Σύμφωνα με τον γιο του Παντελή Χρυσοφού, Θεμιστοκλή, στην Επισκοπή της Σκοπέλου υπάρχει μια χειροποίητη πήλινη καπνοδόχος του παππού του, στην οποία είναι χαραγμένο «Θεμιστοκλής Φρατζέσκου Χρυσοφός, μάστορας» και η ημερομηνία «1911».
Ο πατέρας του Παντελή Χρυσοφού, ο Θεμιστοκλής αρχικά δούλεψε ως παραγιός στο εργαστήριο των Κανέλληδων (κι αυτοί με καταγωγή από τη Σίφνο) που ήταν ήδη εγκατεστημένοι στη Σκόπελο και αργότερα παντρεύτηκε την αδερφή τους. Δικό του φούρνο έκανε στην περιοχή που ως σήμερα λέγεται Τσουκαλαριά, ενώ το χώμα το έπαιρνε από την περιοχή Σταυρός. Ο Παντελής Χρυσοφός ξεκίνησε να εργάζεται στο τσουκαλαριό του πατέρα του σχεδόν από τότε που γεννήθηκε…
Όταν ο Θεμιστοκλής Χρυσοφός πέθανε (αυτό συνέβη μάλλον κάπου την περίοδο του μεσοπολέμου, δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία για την ημερομηνία του θανάτου του), ο Παντελής συνέχισε να δουλεύει στο εργαστήριο μόνος του, έχοντας ως μόνη βοήθεια αρχικά αυτή της μητέρας του και αργότερα του γιου του, του Θεμιστοκλή (1929-2017). Παρ’ όλα αυτά η παραγωγή ήταν τόση μεγάλη που σύμφωνα με την μαρτυρία του γιου του, μπορούσε να καλύπτει τις ανάγκες της αγοράς της Σκοπέλου, της Σκιάθου και της Αλοννήσου. Στη Σκιάθο στέλνονταν με το καράβι μέσω Βόλου όπου τα διακινούσε ένας μεσάζοντας, ο Ξομίνης, που είχε μπακάλικο στο Βόλο. Στην Αλόννησο πήγαιναν με βάρκα.
Την περίοδο της Κατοχής που δεν έρχονταν αλοιφωτά τσουκάλια από τη Σίφνο, τα τσουκάλια τα έφτιαχνε το εργαστήριο του Παντελή Χρυσοφού, όμως χωρίς αλοιφή.
Την δεκαετία του 1950, που η ζήτηση των πήλινων σταδιακά άρχισε να μειώνεται, η παραγωγή του εργαστηρίου συρρικνώθηκε. Όταν ο Θεμιστοκλής, ο γιος του Παντελή Χρυσοφού το 1949 πήγε στην Αθήνα για να εργαστεί στις οικοδομές, το τσουκαλάδικο το δούλεψε μόνος του ο Παντελής ως το 1967 που έπαθε εγκεφαλικό.
Η παραγωγή του Παντελή Χρυσοφού περιελάμβανε κυρίως χρηστικά αγγεία όπως δίωτες στάμνες με πλατιά βάση, κανάτια για γάλα με δύο λαβές, κανάτια σε τρία μεγέθη (οι μεγάλες τριφυλόσχημες κανάτες ήταν κυρίως για το νερό), σκάφες, γλάστρες, πιθάρια, μπουγαδιέρες (κυλινδρικά πιθάρια με ελλειψοειδές στόμιο και δύο κάνουλες στο κάτω μέρος για απομάκρυνση του νερού), καπάκια για κυψέλες μελισσών, φουφούδες, φλιτζάνια τσαγιού, κ.α.
Από το εργαστήριο και το καμίνι του Παντελή Χρυσοφού δυστυχώς δεν έχει διασωθεί τίποτα, ο σεισμός του 1965 και η κατασκευή του περιφερειακού δρόμου, εξαφάνισε τα πάντα.
Αρκετές πληροφορίες αντλήθηκαν από το βιβλίο του ΕΟΜΜΕΧ: Σκόπελος. Η ιστορικότητα της καθημερινής ζωής, Επ. Αλέκα Μπουτζουβή, 1999.
Δίκτυο νεότερης κεραμικής
Έρευνα, κείμενο, αντικείμενα: Βαγγέλης Βλάχος
Φωτογραφίες αντικειμένων: Ντίνος Κόγιας
Δίκτυο νεότερης κεραμική