Χρ. Τριαντόπουλος: Κεντρική ομιλία σε εκδήλωση του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος για τη διαχείριση φυσικών καταστροφών
Κεντρική ομιλία στην εκδήλωση του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) με θέμα «Μία Ευρωπαϊκή προσέγγιση στην αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών» παρέθεσε ο Υφυπουργός στον Πρωθυπουργό, κ. Χρήστος Τριαντόπουλος. Τη συζήτηση συντόνισε ο αντιπρόεδρος του ΕΛΚ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κ. Βαγγέλης Μεϊμαράκης, ενώ συμμετείχαν και οι κκ. Jelena Drenjanin και Nuno Melo, Α’ Αντιπρόεδρος του ΕΛΚ στην Επιτροπή των Περιφερειών και Ευρωβουλευτής του ΕΛΚ αντίστοιχα.
Η παρέμβαση του κ. Χρήστου Τριαντόπουλου εστίασε στα νέα δεδομένα που έχει δημιουργήσει η κλιματική κρίση στο πεδίο της διαχείρισης των φυσικών καταστροφών, καθώς και στον αναβαθμισμένο ρόλο που πρέπει να διαδραματίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδίως μέσω του Ταμείου Αλληλεγγύης. Ακολουθούν ορισμένα από τα βασικά σημεία της ομιλίας του κ. Χρήστου Τριαντόπουλου:
«Οι ανάγκες που έχει δημιουργήσει η κλιματική κρίση έχουν σημαντική, ανελαστική δημοσιονομική επιβάρυνση. Τα τελευταία χρόνια, τα αρμόδια Υπουργεία έχουν καταφέρει να ανταποκριθούν σε αυτή την πρόκληση. Και αξίζει, ενδεικτικά, να δούμε τη δημοσιονομική επίπτωση σε ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις. Το συνολικό κόστος, λοιπόν, υπολογίζεται σε (α) περίπου 800 εκατ. ευρώ για τον μεσογειακό κυκλώνα ‘Ιανό’, (β) περίπου 125 εκατ. ευρώ για τον σεισμό της Σάμου τον Οκτώβριο του 2020, (γ) περίπου 230 εκατ. ευρώ για τη μεγάλη πυρκαγιά στη Βόρεια Εύβοια, και (δ) περισσότερα από 250 εκατ. ευρώ για τον σεισμό της Κρήτης τον Σεπτέμβριο του 2021.
Το κόστος, μάλιστα, αναμένεται να αυξηθεί, καθώς συνεχίζεται η διαδικασία αποκατάστασης. Η συνολική επιβάρυνση είναι αρκετά σημαντική, εάν συνυπολογιστούν και όλες οι άλλες περιπτώσεις φυσικών καταστροφών. Και είναι ένα βάρος που δεν μπορεί να επωμίζεται από μόνη της μία εθνική κυβέρνηση. Το πρόβλημα έχει και ευρωπαϊκές, διεθνείς προεκτάσεις. Και όπως και με την περίπτωση της πανδημίας του κορωνοϊού, η λύση σε κοινά προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορεί να περιορίζεται σε εθνικό επίπεδο.
Αποτελεί, λοιπόν, επιτακτική ανάγκη να αρχίσουμε να συζητάμε για την αναθεώρηση του Ευρωπαϊκού πλαισίου στήριξης και αποκατάστασης των περιοχών που πλήττονται από φυσικές καταστροφές. Σε αυτό το πεδίο, κομβική σημασία έχει ο ρόλος του Ταμείου Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος πρέπει να ενισχυθεί ουσιαστικά, ώστε να παρέχει επαρκή στήριξη στα κράτη-μέλη, έπειτα από μία μεγάλη φυσική καταστροφή.
Το Ταμείο Αλληλεγγύης δημιουργήθηκε για την αντιμετώπιση μεγάλων φυσικών καταστροφών και την εκδήλωση της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης στις πληγείσες περιοχές της Ευρώπης. Από την ίδρυσή του το 2002, έχει χρησιμοποιηθεί σε 80 περιπτώσεις για την αντιμετώπιση καταστροφών, όπως πλημμύρες, δασικές πυρκαγιές, σεισμοί και καταιγίδες, ενώ από το 2020 -εξαιτίας της πανδημίας- το πεδίο του επεκτάθηκε και στη δημόσια υγεία.
Στα 20 χρόνια λειτουργίας του Ταμείου, έχει παρασχεθεί βοήθεια πάνω από 6,5 δισ. ευρώ σε περισσότερες από 20 ευρωπαϊκές χώρες. Δυστυχώς, αυτό το ύψος δεν αρκεί. Ενδεικτικά αξίζει να αναφερθεί ότι για την περίπτωση των καταστροφών της θεομηνίας ‘Ιανός’, που στοίχισε -μέχρι τώρα- κοντά στα 800 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα, η στήριξη μέσω του Ταμείου δεν ξεπέρασε τα 22 εκατ. ευρώ.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έχει ήδη παρέμβει πολλές φορές με τεκμηριωμένες και εύστοχες προτάσεις για την αναβάθμιση του Ταμείου Αλληλεγγύης, οι οποίες περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την αναθεώρηση των διαδικασιών αποζημίωσης, τη βελτίωση των όρων διεκδίκησης χρηματοδότησης, την ταχύτερη και πιο ευέλικτη ανταπόκριση στα αιτήματα των δικαιούχων κρατών, τη συνεργασία με άλλα ταμεία και δομές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την έμφαση σε δράσεις πρόληψης και την εξασφάλιση επαρκούς χρηματοδότησης – ιδιαίτερα έπειτα από τη συγχώνευση του Ταμείου Αλληλεγγύης με το Αποθεματικό Επείγουσας Βοήθειας και τη δημιουργία του Αποθεματικού Αλληλεγγύης και Επείγουσας Βοήθειας στο νέο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο.
Ως εκ τούτου, θα πρέπει να συνεργαστούμε με τους εταίρους μας για να αναβαθμίσουμε τον ρόλο του Ταμείου Αλληλεγγύης. Με την απειλή της κλιματικής κρίσης να πλανάται από πάνω μας, πρέπει να αποδείξουμε ότι είμαστε έτοιμοι να συνεισφέρουμε επαρκώς σε όποιο σημείο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημιουργούνται ανάγκες εξαιτίας μιας φυσικής καταστροφής. Και σε αυτό το πλαίσιο υπάρχει έντονη η ανάγκη για έναν νέο, ενισχυμένο, ρόλο στο Ταμείο Αλληλεγγύης της Ευρωπαϊκής Ένωσης».